Οι Άγιοι Δέκα Μάρτυρες που μαρτύρησαν στην Κρήτη
Από αυτούς, οι μεν Θεόδουλος, Σατορνίνος, Εύπορος, Γελάσιος και Ευνικιανός, ήταν από τη Γορτυνία της Κρήτης. Ο Ζωτικός, από την Κνωσό. Ο Αγαθόπους από το λιμένα Πανούρμου. Ο Βασιλειάδης (ή Βασιλείδης) από την Κυδωνιά. Ο Ευάρεστος και ο Μόβιος (ή Πόμπιος, ή Πόντιος) από το Ηράκλειο. Όλοι μαρτύρησαν τον 3ο αιώνα μ.Χ., όταν αυτοκράτορας ήταν ο Δέκιος. Και οι δέκα με πολύ ζήλο εργάζονταν για τη διάδοση του Ευαγγελίου στο νησί. Καταγγέλθηκαν στον έπαρχο Κρήτης, που ήταν συνώνυμος του αυτοκράτορα, ονομαζόταν δηλαδή κι αυτός Δέκιος...
Ο έπαρχος, όταν είδε την ανθηρή νεότητά τους και το αρρενωπό τους παράστημα, προσπάθησε να τους παρασύρει με πολλές υποσχέσεις εγκόσμιων απολαύσεων και ηδονών. Αλλά όταν είδε ότι τίποτα δεν πετύχαινε, διέταξε να τους μαστιγώσουν, και κατόπιν τους λιθοβόλησαν. Οι γενναίοι μάρτυρες του Χριστού υπέμειναν ηρωικά τα βασανιστήρια, ενθυμούμενοι τα λόγια του ψαλμωδού: "Ανδρίζεσθε και κραταιούσθω η καρδία υμών, πάντες οι ελπίζοντες επί Κύριον".Δηλαδή, να έχετε γενναίο και ανδρείο φρόνημα, και η καρδιά σας ας γίνεται κραταιά και ατρόμητη, όλοι εσείς που ελπίζετε στον Κύριο. Κατόπιν, με διαταγή του έπαρχου, οι στρατιώτες έκοψαν με τα ξίφη τους τις τίμιες κεφαλές των δέκα χριστιανών Αγίων.
Υπήρξε συνεργάτης του Κυρίλλου και Μεθοδίου, τον 9ο αιώνα (842), στους αγώνες τους για τη διάδοση της χριστιανικής πίστης στη Βουλγαρία. Και στο βαρύ αυτό έργο, όπου συνάντησαν μεγάλα εμπόδια και επικίνδυνες αντιστάσεις, η παρουσία του Ναούμ είχε μεγάλη επίδραση. Διότι στη δύναμη της διδασκαλίας του, πρόσθετε και την εντύπωση, που προκαλούσαν τα θαύματα που ενεργούσε με τη χάρη του Θεού. Ο Ναούμ, επιστρέφοντας από τη Ρώμη, όπου πήγε στον τότε Πάπα Αδριανό, πέρασε και από τη Γερμανία, όπου υπήρχαν πολλές και διάφορες αιρέσεις. Και αφού κήρυξε και εκεί αγωνιζόμενος για την Ορθοδοξία, επανήλθε και πάλι στη Βουλγαρία. Εκεί, οργάνωσε μαζί με άλλους συναγωνιστές του, σώμα εσωτερικής ιεραποστολής και εργάστηκε θερμότατα για τη διάδοση του χριστιανισμού με τα κηρύγματά του και τις συνεχείς διδακτικές περιοδείες του. Ο θάνατος τον βρήκε όρθιο, να κοπιάζει μέχρι τελευταίας του πνοής για τον ευσεβή σκοπό του.
Ο Όσιος Παύλος Αρχιεπίσκοπος Νεοκαισαρείας
Υπήρξε στα χρόνια του βασιλιά Λικινίου (307-323) και ήταν επίσκοπος Νεοκαισάρειας. Ξακουστός για την αρετή του ο Παύλος, τον κάλεσε ο Λικίνιος με την ελπίδα ότι θα μετέστρεφε το φρόνημά του. Αφού ούτε με απειλές, ούτε με υποσχέσεις κατάφερε να κλονίσει την πίστη του, διέταξε να τον κάψουν με πυρωμένα σίδερα στα χέρια. Κατόπιν τον εξόρισε σε κάποιο φρούριο, κοντά στον ποταμό Ευφράτη, όπου έμεινε μέχρι που κατέβηκε ο Μεγάλος Κωνσταντίνος στην Ανατολή. Τότε απελευθερώθηκε, μαζί με άλλους κρατούμενους και ο Παύλος επανήλθε στην επισκοπή του. Στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο, που έγινε στη Νίκαια της Βιθυνίας, έλαβε μέρος και έδειξε τα τραύματά του, τα οποία ο Μέγας Κωνσταντίνος ασπάστηκε. Κατόπιν γύρισε στην επαρχία του, όπου μετά από λίγα χρόνια απεβίωσε ειρηνικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου